Ευρωπαϊκές Ημέρες Πολιτιστικής Κληρονομιάς 2025

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ
ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ
ΕΦΟΡΕΙΑ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΑΧΑΪΑΣ

Αρχιτεκτονική Κληρονομιά – Γεφυρώνοντας το παρελθόν με το μέλλον

Αρχιτεκτονική Κληρονομιά – Γεφυρώνοντας το παρελθόν με το μέλλον

26 – 28 Σεπτεμβρίου 2025


Το πλίνθινο τείχος της Δύμης: Ατενίζοντας την Ευρώπη

Παρά την ποικιλομορφία τους, οι ευρωπαϊκοί λαοί διαθέτουν την ίδια στιγμή κοινές πολιτισμικές καταβολές που εξασφαλίζουν τη συνοχή στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ως φορείς ενός ενιαίου πολιτισμού αποκτούν πέρα από εθνική και ευρωπαϊκή συνείδηση που τους κάνει να θέτουν κοινούς στόχους και να συνεργάζονται απρόσκοπτα. Τα αρχιτεκτονικά μνημεία, ως ένα από τα κυριότερα υποσύνολα της πολιτισμικής κληρονομιάς ενός τόπου, συμβάλλουν στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης και στην ενδυνάμωση της πολιτιστικής ταυτότητας της Ευρώπης. Όταν συντηρούμε, λοιπόν, και (αν)υψώνουμε ξανά τα αρχαία τείχη το κάνουμε για να αντικρίζουμε πέρα από τον ορίζοντα το κοινό μας μέλλον.

Τμήμα του πλίνθινου τείχους της Δύμης
Τμήμα του πλίνθινου τείχους της Δύμης
Δημιουργία χάρτη: Αθανάσιος Δήμου

Η αρχαία πόλη της Δύμης αναπτύχθηκε στο ίδιο φυσικό πλάτωμα που σήμερα καταλαμβάνει η σύγχρονη πόλη της Κάτω Αχαΐας, 22 χλμ. δυτικά της Πάτρας, στην Π.Ε. Αχαΐας. Η ψηφιακή έκθεση του σχετικά άγνωστου μνημείου σε έναν μη δημοφιλή προορισμό στην Ελλάδα, προβάλει στο ευρύ κοινό με ελκυστικό και εύκολο τρόπο το παρελθόν στο παρόν ευελπιστώντας να αποτελέσει αφετηρία στο ταξίδι εξερεύνησης της αρχαίας πόλης και μέσο ευαισθητοποίησης για τη διάσωση και προστασία του. Το τείχος της Δύμης αποτελεί ισχυρό σύμβολο συλλογικής ταυτότητας που βασίζεται στη συμμετοχή σε μια κοινή γνώση και μια κοινή μνήμη και στοιχείο διαχρονίας μεταφέροντας νέα νοήματα στην ανάγνωση του αρχαίου βίου. Η κατασκευή του ήταν αναγκαία για την ύπαρξη και αυτονομία της αρχαίας πόλης-κράτους προστατεύοντάς την από όσους την επιβουλεύονταν. Σήμερα, απαλλαγμένο από τον αρχικό του προορισμό, προσεγγίζεται ως στοιχείο πολιτισμικής ταυτότητας, διασύνδεσης και ενότητας.


Η πορεία του τείχους

Το ταξίδι ξεκινά

Η Κάτω Αχαΐα αποτελεί τμήμα του ενιαίου κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου «Δύμη-Παχουμάς» (ΦΕΚ 43/Α.Α.Π./15-3-2018)1. Το πλίνθινο τείχος της αρχαίας Δύμης, μεγάλο και πολυδάπανο δημόσιο έργο, έχει μήκος 5 χλμ. περίπου και περίκλειε μεγάλου εμβαδού οικιστικό χώρο παρέχοντας ασφάλεια στους κατοίκους της. Η ανοικοδόμησή του χρονολογείται στις αρχές της ελληνιστικής εποχής, περί τα τέλη του 4ου αι. π.Χ.

Οι θέσεις εύρεσης της οχύρωσης αποκαλύφθηκαν σταδιακά τις τελευταίες δεκαετίες με τη διενέργεια σωστικών ανασκαφών από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Αχαΐας και αριθμούνται (αρ. 1-16) εντός επεξηγηματικού συμβόλου. Το ανάπτυγμα της πορείας του τείχους οριοθετείται με βάση τα έως σήμερα εντοπισθέντα τμήματα, προσαρμοζόμενα στο φυσικό ανάγλυφο. Κατασκευαστικά, το τείχος εμφανίζει αυτοτελή τμήματα που επιτρέπουν την αυτόνομη λειτουργία, την προσαρμογή και την αρμονική ένταξή του στην παρυφή του πλατώματος.

Η σύγχρονη πόλη της Κάτω Αχαΐας, έδρα του Δήμου Δυτικής Αχαΐας συνδεδεμένη με τη θέση και τη μορφολογία του χώρου, διατηρεί στοιχεία από την πολεοδομική διάταξη της αρχαίας πόλης-κράτους με τα όρια του πολεοδομικού ιστού τους σχεδόν να συμπίπτουν. Οι ανάγκες επικοινωνίας και τροφοδοσίας με την ευρύτερη Δυμαία Χώρα αλλά και πρόσβασης στα νεκροταφεία που αναπτύσσονταν επί των οδών και εκτός των τειχών εξυπηρετούνταν μέσω πυλών του τείχους που φαίνεται να είναι τοποθετημένες σε άνισες αποστάσεις λόγω του φυσικού αναγλύφου. Οι πύργοι των οχυρώσεων προστάτευαν, εκτός από τις κατεξοχήν πύλες, και τα σημεία καμπής.

Ο κατεξοχήν πυρήνας του τείχους, ανωδομή και θεμέλιο, κτίστηκε εξ ολοκλήρου από ωμοπλίνθους λόγω του χαμηλού κόστους παραγωγής του διαθέσιμου υλικού, της εύκολης και γρήγορης εκτέλεσης του έργου, της αντοχής του στις κρούσεις των πολιορκητικών μηχανών και της δυνατότητας ταχείας αποκατάστασής του. Στα περισσότερα αποκαλυφθέντα τμήματα ο ωμοπλίνθινος κορμός επενδύεται στη βάση κατά μήκος της εσωτερικής πλευράς με λιθόκτιστο μέτωπο που εμφανίζει παραλλαγές. Απαραίτητη προϋπόθεση για την προστασία και διατήρηση του πλίνθινου τείχους από τη διαλυτική επίδραση του νερού αποτελεί η ύπαρξη κεραμωτής στέγης.

Η αφθονία κατάλληλου χώματος στη Δύμη ευνοούσε την κατασκευή της ωμής πλίνθου, του κατεξοχήν δομικού υλικού της περιοχής, όπως προκύπτει από τα ανασκαφικά δεδομένα.

  1. Το σχεδιαστικό και φωτογραφικό υλικό του  κειμένου προέρχεται από το αρχείο της Εφορείας Αρχαιοτήτων Αχαΐας ↩︎


Ο πλίνθινος κορμός

Στη θέση 1 το τμήμα της οχύρωσης ανήκει στην εποχή της ευρείας οικοδόμησης των τειχών του άστεως. Αποκαλύφθηκε σε μέγιστο μήκος 13 μ. και σε ύψος από 0,60 μ. έως 1,85 μ. με 8 έως 21 σειρές ωμοπλίνθων αντίστοιχα. Το πλάτος του ανέρχεται σε 2,90 μ. Λιθόκτιστος τοίχος, πλάτους 0,50 μ. και ύψους 0,65 μ., πλαισιώνει εσωτερικά το θεμέλιο του πλίνθινου κορμού. Αποτελείται από λίθους εν ξηρώ, κροκαλοπαγείς, λευκούς ασβεστολιθικούς (Αράξου), ψαμμίτη, θραύσματα του φυσικού βράχου καθώς και λατύπες, μικρού σχετικά μεγέθους και αδρής επεξεργασίας.

Το στρώμα καταστροφής της στέγης εκτείνεται κατά μήκος της πορείας του.

Ο πλίνθινος κορμός στο θεμέλιο έχει πλάτος 2 μ. Οι ωμόπλινθοι έχουν τετράγωνο σχήμα, πλευράς 0,43 μ. και πάχους 0,07-0,08 μ. Στον άξονα της πορείας του τείχους είναι τοποθετημένες σε επαφή δημιουργώντας σειρές μεταξύ των οποίων υπάρχουν, αρμοί πλάτους ≈0,08 μ. που γεμίζουν με χώμα. Στην καθ’ ύψος οικοδόμηση και για λόγους στατικούς , τοποθετούνται δρομικά ημιπλίνθια στα άκρα, σε εναλλασσόμενες σειρές, ώστε οι αρμοί να διχοτομούν τις ωμοπλίνθους της υπερκείμενης και της υποκείμενης στρώσης έως το αναγκαίο ύψος άμυνας.

Ο πλίνθινος κορμός θεμελιώνεται στο φυσικό βράχο σε ξεχωριστή κοίτη έδρασης από το λιθόκτιστο μέτωπο που τον πλαισιώνει εσωτερικά. Στην καθ’ ύψος οικοδόμηση, το λίθινο μέτωπο καλύπτεται με ωμοπλινθοδομή και το πλάτος του τείχους φτάνει τα 2,90 μ.Η διαφοροποίηση στην απόχρωση των ωμοπλίνθων και του χώματος, ως γεμίσματος των αρμών, οφείλεται στη σύσταση και στην επεξεργασία της πρώτης ύλης αντίστοιχα, ενώ συνέβαλε ουσιωδώς στη διάκριση της δομής του πλίνθινου κορμού.

Το λίθινο μέτωπο θεμελιώνεται σε τάφρο διανοιγμένη σε στρώμα στείρας καθαρής αργίλου, ιδιαίτερα σκληρής σύστασης. Το βάθος θεμελίωσής του βρίσκεται περίπου 0,40 μ. ψηλότερα της επιφάνειας έδρασης της ωμοπλινθοδομής. Το διάκενο που δημιουργείται μεταξύ τους, πλάτους 0,35-0,43 μ., γεμίζει με χώμα, μικρούς λίθους και κατά τόπους θραύσματα ωμοπλίνθων.

Ως προς τον άξονα της πορείας του τείχους, οι ωμόπλινθοι είναι τοποθετημένες σε επαφή, δημιουργώντας σειρές μεταξύ των οποίων υπάρχουν αρμοί πλάτους 0,08 μ. περίπου που γεμίζουν με χώμα. Σπανιότερα, χρήση δύο ημιπλινθίων διαπιστώνεται στη θέση ακέραιης ωμοπλίνθου στον πυρήνα του τείχους.

Διακρίνεται τμήμα της εξωτερικής ωμοπλίνθινης παρειάς του τείχους.

Ο πλίνθινος κορμός στο θεμέλιο απέχει 0,35-0,43μ. από το λίθινο μέτωπο που τον πλαισιώνει εσωτερικά.

Το διάκενο μεταξύ του πλίνθινου κορμού και της λίθινης επένδυσης  γεμίζει με χώμα και θραύσματα ωμοπλίνθων. Διακρίνεται η ξεχωριστή κοίτη έδρασης της ωμοπλινθοδομής.

Στο δυτικό σωζόμενο πέρας, το τείχος είναι αμιγώς πλίνθινο και θεμελιώνεται σε κοίτη που διανοίχθηκε στη φυσική αργιλώδη επίχωση.

Στην εξωτερική όψη του διαπιστώθηκε η χρήση ετερόπλευρης ωμοπλίνθου η οποία χρησιμοποιείται για ειδικές θέσεις, όπως στα σημεία καμπής.

Στο ανατολικό σωζόμενο πέρας, ο πλίνθινος κορμός εδράζεται στο φυσικό βράχο που έχει υποστεί κατάλληλη επεξεργασία, ενώ μικρή ποσότητα πηλοχώματος χρησιμοποιείται για την ομαλοποίηση της επιφάνειας έδρασης των ωμοπλίνθων. Το λίθινο μέτωπο και εδώ εδράζεται ψηλότερα.

Στη θέση 1, τη θέση του ανατολικού-κατεστραμμένου τμήματος κατέλαβε μεταγενέστερο τμήμα, ανανεώνοντας την αμυντική ισχύ. Τα λίθινα μέτωπα εμπλεκόμενα σε ορθή γωνία πιθανώς ανήκουν σε πύργο, όπως αφήνει να εννοηθεί η στιβαρή κατασκευή τους σε σημείο καμπής της πορείας του τείχους. Στο εσωτερικό σώζεται μικρό τμήμα του πλίνθινου πυρήνα. Το τμήμα αυτό είναι ισχυρότερο συγκριτικά με εκείνο του παρακείμενου τείχους, με το οποίο εμφανίζει κοινά κατασκευαστικά χαρακτηριστικά. Θεμελιώνεται 0,50μ. πάνω από το φυσικό βράχο.

Τα τμήματα του τείχους στη θέση 1 αποτελούν αντιπροσωπευτικά δείγματα του συστήματος τείχισης αυτού του τύπου και τεκμήριο της ιστορίας του παρελθόντος και της πολιτισμικής εξέλιξης του τόπου. Ως εκ τούτου,για λόγους δημόσιας ωφέλειας και ειδικότερα την ολοκληρωμένη προστασία, συντήρηση, διαχείριση και ανάδειξής τους το Υπουργείο Πολιτισμού δρομολόγησε τη δημιουργία επισκέψιμου αρχαιολογικού χώρου. Τη μελέτη συντήρησής τους εκπονεί η Διεύθυνση Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων σε συνεργασία με τη Διεύθυνση Έρευνας και Τεχνικής Υποστήριξης Μελετών και Έργων Αναστήλωσης.


Πύλη

Στη θέση 2 αποκαλύφθηκε τμήμα πύλης και σημείο καμπής του τείχους.

Το τείχος στη θέση 2 διακόπτεται κανονικά. Οι ωμόπλινθοι, εμφανώς αλλοιωμένες στις ανώτερες στρώσεις της σύγχρονης επιφάνειας, καλύπτουν όλο το πλάτος του τείχους, που φτάνει τα 2,90 μ.

Τον πλίνθινο κορμό επενδύει στη βάση λιθόκτιστο μέτωπο σε αμβλεία ύψους 1,10 μ. και πλάτους 0,50 μ. εδραζόμενο σε καθαρό αργιλόχωμα.

Στα βόρεια, η πύλη ενισχύεται με βαθμιδωτή κατασκευή που ακολουθεί τη φυσική κατωφέρεια, σωζόμενου μήκους 5,60 μ. και πλάτους 2 μ. Αποτελείται από τρεις επίπεδες επιφάνειες με θραύσματα κεραμίδων κι ανάμεσά τους κροκάλες και αργούς λίθους. Η βαθμιδωτή κατασκευή αποτελεί τη βάση έδρασης της ωμοπλίνθινης ανωδομής και πλαισιώνει κλίμακα. Οι βαθμίδες, πλάτους 1,40 μ., οριοθετούνται με κτιστά τοιχάρια από θραύσματα κεραμίδων.

Εσωτερικά του τείχους αποκαλύφθηκε το στρώμα καταστροφής της στέγης που αποτελείται από κεραμίδες λακωνικού τύπου. Η επιφάνεια πολλών εξ αυτών φέρει ερυθρωπό, καστανό ή καστανέρυθρο αλείφωμα (κυρίως στην κοίλη κι ενίοτε στην κυρτή πλευρά), ως μέσο προστασίας από τις καιρικές συνθήκες.

Εσωτερικά του τείχους, όπου το έδαφος είναι ανωφερές, διαπιστώθηκε σε μικρή απόσταση από αυτό τεχνητή αύλακα απορροής και διευθέτησης των ομβρίων υδάτων, μέγιστου πλάτους 3 μ. και βάθους 1 μ. περίπου, διανοιγμένη στο φυσικό έδαφος. Την ύπαρξη και τις διαστάσεις της σηματοδοτεί το στρώμα καταστροφής της στέγης του που έχει καταρρεύσει στο εσωτερικό της.


Λίθινο μέτωπο

Στη θέση 5 του τείχους αποκαλύφθηκε λιθόκτιστο εσωτερικό μέτωπο (πλάτους 0,50 μ. και ύψους 0,65 μ.) κατά το ακανόνιστο τραπεζιόσχημο σύστημα τοιχοποιίας. Στην επιφάνεια έδρασης των δόμων (με υλικό από ψαμμίτη) χρησιμοποιούνται μικροί λίθοι και κεραμίδες για την αρτιότερη οριζοντίωσή τους.


Εσωτερική περιφερειακή οδός

Η πόλη ήταν εύκολα προσπελάσιμη από τα νότια, χωρίς φυσική οχύρωση. Αυτό οδήγησε τους Δυμαίους να ενισχύσουν το ευάλωτο νότιο σκέλος του τείχους. Το τμήμα του, που αποκαλύφθηκε στη θέση 10, διαπιστώθηκε στα όρια διερευνητικής τομής διανοιγμένης εγκάρσια στην πορεία της σύγχρονης οδού στο όριο του σημερινού οικισμού.

Το λίθινο εσωτερικό μέτωπο του τείχους διατηρείται ακέραιο και εμφανίζει δύο κατασκευαστικές φάσεις.

Η διαφορά στα υλικά δομής του λίθινου μετώπου του τείχους και η μικρή απόκλιση που εμφανίζουν τα δύο λίθινα μέτωπα ως προς τον διαμήκη άξονα επιβεβαιώνουν τις δύο κατασκευαστικές φάσεις.

Το ασβεστολιθικό μέτωπο της α΄ φάσης έχει ύψος 1 μ. και ορατό μήκος 8,40 μ. Αποτελείται από ορθογώνιες και ανισομεγέθεις λιθοπλίνθους, μήκους από 0,50 έως 1,50 μ. και ύψους από 0,10 έως 0,50 μ. Η επιλογή του οικοδομικού υλικού και του τρόπου δόμησης αποβλέπει στη σταθερότητα της κατασκευής. Μία έως δύο χαμηλές στρώσεις δόμων, μεγάλου μεγέθους, αποτελούν το θεμέλιο και είναι αδρά επεξεργασμένες. Οι δύο έως τρεις ανώτερες σειρές ανήκουν στην ανωδομή.

Το ασβεστολιθικό μέτωπο στο δυτικό πέρας δημιουργεί οδόντωση και διακόπτεται. Στο σημείο της οδόντωσης, το μέγιστο πλάτος του τείχους ανέρχεται στο 1 μ.

Σε επαφή με το ασβεστολιθικό μέτωπο αποκαλύφθηκε κτιστό μέτωπο με ορθογωνισμένους λίθους ψαμμίτη κατά το ισόδομο σύστημα τοιχοποιίας, ορατού μήκους 1,90 μ., ύψους 1,15 μ. και πλάτους 0,65 μ. Διακρίνονται ίχνη λευκού επιχρίσματος που λειτουργούσε ως στρώση προστασίας για το ευπαθές δομικό υλικό και συντελούσε στην αισθητική ομοιομορφία του έργου. Η διαφοροποίηση στο σύστημα τοιχοδομίας και υλικού που παρατηρείται στην α΄ οικοδομική φάση του τείχους θα μπορούσε να αποδοθεί είτε σε διαφορετικές εργολαβίες, είτε σε διαφορετικές περιόδους κατασκευής του οικοδομικού προγράμματος. Οι δόμοι έδρασης του τμήματος από ψαμμίτη εξέχουν των υπερκείμενων και εδράζονται, όπως και το οδόστρωμα, σε φυσικό αργιλώδες έδαφος.

Στη β’ κατασκευαστική φάση λίθινο μέτωπο από δόμους ψαμμίτη (συνολικού ύψους 0,80 μ. και πλάτους 0,60 μ. περίπου), επενδύει το ασβεστολιθικό τμήμα της α’ φάσης. Το δυτικό ορατό πέρας δόμων της β΄ φάσης εφάπτεται του μετώπου της α΄ φάσης.

Με τη διενέργεια μικρών τομών στην εσωτερική παρειά του τείχους διαπιστώθηκε ότι το εσωτερικό ασβεστολιθικό μέτωπο της α΄ φάσης εκτείνεται ακόμα ανατολικότερα πίσω από το μέτωπο της β’ φάσης, με το συνολικό ορατό μήκος του να φτάνει τα 14,60 μ. Παρατηρείται μικρή απόκλιση στις διευθύνσεις των δύο λίθινων μετώπων.

Στο θεμέλιο διαπιστώνεται η χρήση δόμων ασβεστόλιθου της α΄ κατασκευαστικής φάσης σε β΄ χρήση. Στο επίπεδο της θεμελίωσης στρώμα λατύπης δηλώνει την επί τόπου επεξεργασία των λίθων.

Ο κύριος κορμός του τείχους είναι συμπαγής και αποτελείται από τετράγωνες, ωμές πλίνθους πλευράς 0,47 μ. και πάχους 0,09 μ. περίπου. Οι όψεις του τείχους της α΄ κατασκευαστικής φάσης ενισχύονται με επένδυση δόμων ψαμμίτη στη β΄ φάση.

Το πλάτος του τείχους της α’ κατασκευαστικής φάσης ανέρχεται στα 3,90 μ. και με τις οχυρωματικές προσθήκες φτάνει τα 5 μ.

Το λίθινο εξωτερικό μέτωπο, αποκαλυφθέντους μήκους 3,40 μ. και κατασκευασμένο από δύο δόμους λίθων ψαμμίτη, εντοπίστηκε μόνο στα όρια της διερευνητικής τομής που διανοίχτηκε εγκάρσια στο πλάτος της σύγχρονης οδού. Η εξωτερική επιφάνεια είναι αδρά επεξεργασμένη με αυλακοειδή λαξεύματα.

Οι ωμόπλινθοι στην πορεία του τείχους είναι τοποθετημένες σε επαφή, δημιουργώντας σειρές μεταξύ των οποίων εκτείνεται αρμός πλάτους 0,05 μ., πλήρης χώματος.

Μεταξύ του πλίνθινου κορμού και της λίθινης επένδυσης του εξωτερικού μετώπου του τείχους μεσολαβεί διάκενο (με μικρές κροκάλες και αργούς λίθους) πιθανώς προς αποφυγή  επίδρασης  της υγρασίας.

Στην καθ’ύψος οικοδόμηση, οι ωμόπλινθοι είναι τοποθετημένες σε επάλληλες στρώσεις με την χρήση ημιπλινθίων στα άκρα για στατικούς λόγους, ώστε οι αρμοί να διχοτομούν τις ωμοπλίνθους της υπερκείμενης και της υποκείμενης στρώσης. Οι ανώτερες σειρές ωμοπλίνθων εμφανίζονται αλλοιωμένες λόγω της διάβρωσης.

Εσωτερικά του τείχους και σε επαφή με αυτό, στο όριο ανωδομής-θεμελίου, αποκαλύφθηκε δρόμος πάχους 0,15 μ., από πατημένο χώμα και χαλίκια.

Πρόκειται για εσωτερική περιφερειακή οδό πλάτους 5 μ. που διευκόλυνε την κυκλοφορία στην πόλη (μέσω των πυλών) αλλά και τις εργασίες συντήρησης του τείχους.


Προτείχισμα

Το μοναδικό έως σήμερα τμήμα της οχύρωσης που ανήκει στον τύπο «των δύο λίθινων παρειών» βρίσκεται στη θέση 11β με εσωτερικό γέμισμα, πλάτους 2,50 μ. Συνίσταται σε δύο παράλληλα κτιστά μέτωπα με ψευδοϊσόδομη τοιχοποιία από ορθογώνιους, αδρά λαξευμένους, δόμους ψαμμίτη που συγκρατούν το εσωτερικό γέμισμα από χώμα, αργούς και ημίεργους λίθους και θραύσματα κεραμίδων στέγης κατά το έμπλεκτο σύστημα. Το λίθινο μέτωπο διατηρείται σε ύψος δύο δόμων και αποσπασματικά λόγω λιθοθηρίας. Οι σωζόμενοι διάτονοι λίθοι εισχωρούν προς το εσωτερικό μέρος του μετώπου και συμπλέκονται με το γέμισμα για την ενίσχυση της αμυντικής δυνατότητας.

Τα κατάλοιπα είναι πιθανό να ανήκουν σε τμήμα προτειχίσματος το οποίο λειτουργούσε ως στιβαρός τοίχος ενίσχυσης της άμυνας του νοτίου σκέλους του τείχους και αποτροπής της πρόσβασης εχθρικών πολιορκητικών πύργων και κριών.


Πύργος

Στη θέση 15 αποκαλύφθηκαν αποσπασματικά τμήματα του τείχους εκατέρωθεν πύργου. Εσωτερικά, το στρώμα καταστροφής της στέγης του υποδηλώνει και την πορεία του. Η παρουσία πύργου προστάτευε το σημείο καμπής.

Στην κάτοψη της ανασκαφής σημειώνεται η πορεία του τειχους. Το πλάτος του πύργου (με βάση τα υπολείμματα ψαμμίτη, που αποκαλύφθηκαν σε τομή κατά μήκος της ανατολικής-εξωτερικής πλευράς της κατασκευής) ανέρχεται στα 6,70 μ. ενώ το σωζόμενο μήκος του είναι 5,70 μ. (Β-Ν). Οι αποκαλυφθείσες διαστάσεις συνηγορούν υπέρ ενός πύργου τετράγωνης κάτοψης.

Νοτιότερα του πύργου διαπιστώθηκε μόνο η αύλακα θεμελίωσης του τείχους διαμορφωμένη στο κιτρινωπό αργιλώδες έδαφος, με υλικά δομής σαφώς διαβρωμένα. Ωστόσο, η χρωματική διαφοροποίηση της επίχωσης επέτρεψε τον προσδιορισμό της πορείας του τείχους, το οποίο κάμπτεται προς τα δυτικά ακολουθώντας το φυσικό ανάγλυφο.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ύπαρξη δύο αμιγώς πλίνθινων τμημάτων του τείχους και μεταξύ αυτών κτιστός αγωγός ομβρίων υδάτων και αντηρίδα. Η σύνδεσή τους επιτυγχάνεται μέσω κατασκευαστικού αρμού. Ο σχεδιασμός αυτός επιτρέπει την αυτόνομη λειτουργία, την προσαρμογή και την αρμονική ένταξη των επιμέρους τμημάτων του τείχους στο φυσικό ανάγλυφο.

Πλίνθινος κορμός (σωζόμενου πλάτους 2,22 μ.) εισχωρεί στη βόρεια παρειά του σκάμματος. Διαπιστώθηκαν 8-9 επάλληλες καθ’ ύψος σειρές ωμών πλίνθων.

Μεταξύ του αμιγούς πλίνθινου κορμού και του αγωγού ομβρίων υδάτων μεσολαβεί κατασκευαστικός αρμός ( πλάτους ≈0,20 μ.) που γεμίζει με χώμα. Ο αγωγός, εγκάρσιος στην πορεία του τείχους και κλίση προς το ανατολικό πρανές, απομάκρυνε τα όμβρια εκτός της οχύρωσης.

Ο αγωγός θεμελιώνεται 0,40 μ. χαμηλότερα του πλίνθινου κορμού και εξέχει του εσωτερικού μετώπου του τείχους κατά 0,45 μ.

Νοτιότερα του αγωγού, η ωμοπλινθοδομή ενισχύεται εσωτερικά με κτιστή αντηρίδα, σχήματος Γ. Τμήμα της αντηρίδας εισχωρεί κάτωθεν του πλίνθινου κορμού και προεξέχει της εσωτερικής όψης του τείχους κατά 1 μ. Στο ενσωματωμένο στον πλίνθινο κορμό τμήμα διατηρείται στην επιφάνεια των λίθων πηλόχωμα που δημιουργεί επίπεδη επιφάνεια για την καθ’ ύψος οικοδόμηση με ωμοπλίνθους.

Οι αντηρίδες, εκτός από στοιχεία ενίσχυσης του τείχους, ερμηνεύονται και ως πεσσοί για τη στήριξη τόξων για τη διαπλάτυνση της παρόδου.

Στην πορεία του τείχους, σε απόσταση 35,50 μ. βορειότερα στα όρια διερευνητικής τομής, αποκαλύφθηκε λίθινο τμήμα ανάλογης δομής και μορφής  με την αντηρίδα.  Επίσης, βρέθηκαν υπολείμματα ωμοπλινθοδομής και στρώμα καταστροφής με κεραμίδες λακωνικού τύπου της στέγης του τείχους.

Νοτιότερα της αντηρίδας ακολουθεί αμιγώς πλίνθινος κορμός μήκους 2,90 μ. και σωζόμενου πλάτους 2,30 μ. Εδράζεται σε στρώμα στείρας αργίλου, σκληρής σύστασης, ενώ σώζει έως 6 επάλληλες σειρές ωμοπλίνθων.

Οι ωμόπλινθοι έχουν τετράγωνο σχήμα, πλευράς 0,47 μ. και πάχους 0,07-0,08 μ. Στον άξονα της πορείας του τείχους εφάπτονται, δημιουργώντας σειρές και ανάμεσα σε αυτές μεσολαβούν αρμοί πλάτους ≈0,08 μ.

Το τμήμα του αμιγούς πλίνθινου κορμού εδράζεται σε στρώμα στείρας αργίλου σκληρής σύστασης και στο νότιο πέρας του θεμελιώνεται υψηλότερα.

Κατασκευαστικός αρμός πλάτους 0,20 μ. διαμορφώνεται και μεταξύ του αμιγούς πλίνθινου κορμού και του βόρειου μετώπου πύργου.

Το βόρειο λιθόκτιστο μέτωπο του πύργου (πλάτους 1,15-1,20 μ. και σωζόμενου μήκους 3 μ.) προβάλλει του εσωτερικού μετώπου του τείχους κατά 1,20 μ. και συνδέεται οργανικά με το δυτικό μέτωπο (πλάτους 1,10 μ. και σωζόμενου μήκους 2,10 μ.). Πρόκειται για ισχυρή κατασκευή από δόμους ψαμμίτη κατά το ακανόνιστο τραπεζιόσχημο σύστημα τοιχοποιίας με παρεμβολή πλακοειδών βυσμάτων στα ενδιάμεσα κενά. Οι λίθοι ψαμμίτη είναι τοποθετημένοι σε ισοϋψείς στρώσεις με τις μακρές πλευρές τους οριζόντιες και τις στενές επί το πλείστον κεκλιμένες (άλλοτε προς τα δεξιά κι άλλοτε προς τα αριστερά της κατακορύφου), ορισμένες δε έχουν ελαφρώς αποκομμένη μία ή και δύο των γωνιών του. Η εξωτερική επιφάνεια των λίθων φέρει αδρή επεξεργασία.

Η εσωτερική προβολή πύργου που εξέχει του μετώπου του τείχους, υποδηλώνει ύπαρξη εσωτερικής κλίμακας πρόσβασης στην πάροδο του ανατολικού σκέλους ή αναβάθρας για την αναβίβαση βαλλιστικών μηχανών.

Οι πύργοι των οχυρώσεων προστάτευαν εκτός από τις κατεξοχήν πύλες και τα σημεία καμπής.

Ο πυρήνας του πύργου, συμπαγής ωμοπλίνθινος δεν εφάπτεται με τα λίθινα μέτωπα που τον πλαισιώνουν στη βάση.

Η επιφάνεια των λίθινων μετώπων καλύπτονταν με πηλόχωμα για την έδραση των ωμών πλίνθων στην καθ΄ύψος οικοδόμηση του πύργου.

Κατά μήκος του τείχους πυκνό στρώμα καταστροφής κεραμίδων της στέγης του.


Ενσφράγιστες κεραμίδες

Απαραίτητη προϋπόθεση για την προστασία και διατήρηση του πλίνθινου τείχους από τη διαλυτική επίδραση του νερού αποτελεί η ύπαρξη κεραμωτής στέγης. Σε όλες τις θέσεις εύρεσης τμημάτων του τείχους διαπιστώθηκαν πυκνά, εκτεταμένα και συχνά επάλληλα στρώματα καταστροφής της στέγης του, τα οποία συνίστατο ως επί το πλείστον από κεραμίδες λακωνικού τύπου. Από αυτά συγκεντρώθηκαν ενσφράγιστες κεραμίδες που φέρουν τα αρχικά της πόλης (ΔΥ), υποδηλώνοντας τη σύνδεση του τείχους με την ασφάλεια και την ανεξαρτησία της και καθιστώντας την κατασκευή και συντήρησή του δημόσια μέριμνα. Ο μεγάλος αριθμός των κεραμικών εργαστηρίων της πόλης επιβεβαιώνει τη μαζική παραγωγή των κεραμίδων που απαιτούνταν για τη στέγαση της παρόδου.

Η διαδεδομένη αποτύπωση του μονογράμματος ΔΥ στις θέσεις εντοπισμού του τείχους αλλά και σε οικοδομικά κατάλοιπα με δημόσια χαρακτηριστικά στην πόλη και στην ευρύτερη περιοχή της Δυμαίας Χώρας υποδηλώνει τη δημόσια χρήση του σφραγίσματος. Το μονόγραμμα της Δύμης αποτελεί το εθνικό ή «λαλούν έμβλημα». Συνδυάζει τα αρκτικά της ονομασίας, όπου το ύψιλον εγγράφεται στο δέλτα με παραλλαγές στην απόδοση του μονογραφήματος και του σχήματος του πλαισίου στο οποίο εντάσσεται (τετράγωνο, τρίγωνο, κύκλος, έλλειψη) καθώς οι πόλεις είχαν περισσότερες από μία δημόσιες σφραγίδες με τους ίδιους τύπους με ποικίλα σχήματα. Το μονόγραμμα είναι απλό στο σχεδιασμό και ευνόητο, δηλώνοντας προέλευση με άμεση αναφορά στη Δύμη και στην ευρύτερη Δυμαία Χώρα.

Ενσφράγιστες κεραμίδες στέγης με το μονόγραμμα της Δύμης.
Εμφανείς οι παραλλαγές στην απόδοση και στο σχήμα του πλαισίου στο οποίο εγγράφεται (τετράγωνο, τρίγωνο, κύκλος και έλλειψη).

Σε κεραμίδες του τείχους το μονόγραμμα της Δύμης συνυπάρχει με σφράγισμα ΕΥΦΡΑ, ΠΡΑΥΛΟΥ κι ενός δυσανάγνωστου. Σε αποσπασματικά σωζόμενο θραύσμα σώζεται το όνομα ΤΕΣ… στο εσωτερικό του μονογράμματος ενώ σε άλλο εγγράφεται το γράμμα Φ.
Το όνομα ΕΜΠΕΔΟΞΕΝΟΥ αποδίδεται με παραλλαγές στη γραφή του και στο σχήμα του πλαισίου.

Τα ονόματα εκλαμβάνονται ως δηλωτικά είτε των κατασκευαστών που με τον τρόπο αυτό καθιστούσαν αναγνωρίσιμα τα προϊόντα τους είτε των δημοσίων λειτουργών που ήταν υπεύθυνοι του οχυρωματικού έργου. Θραύσμα κεραμίδας με το μονόγραμμα βρέθηκε στον πυρήνα των κεραμικών εργαστηρίων της Δύμης και επιβεβαιώνει τη δημόσια ανάθεση της παραγωγής σε κεραμείς για λογαριασμό της πόλης, στοιχείο που διευκόλυνε τον έλεγχο της παραγγελίας από τον δημόσιο λειτουργό ή εξυπηρετούσε τις ανάγκες παραγωγής ή πιστοποίησης.


Επίλογος

Το ταξίδι όμως δεν τελειώνει εδώ…

Τα τείχη προστάτευαν τους ανθρώπους επί αιώνες και η ωμοπλίνθινη τοιχοποιία αποτελεί δομικό στοιχείο της παγκόσμιας αμυντικής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς. Η ευρωπαϊκή πολιτική της πολιτισμικής σύγκλισης αποτελεί τη βάση για την υλοποίηση του ευρωπαϊκού οράματος που σέβεται και αναγνωρίζει την εθνική ιδιαιτερότητα ώστε να διασώζονται τα γόνιμα στοιχεία της εθνικής παράδοσης, εναρμονισμένα με τις σύγχρονες συνθήκες ζωής. Σήμερα στο πνεύμα της βιοκλιματικής αρχιτεκτονικής επιβάλλεται η επανεκτίμηση των φυσικών, οικολογικών και χαμηλού κόστους υλικών, όπως οι ωμόπλινθοι, ως εναλλακτική μορφή οικολογικής δόμησης.

Η γνωριμία με το πλίνθινο τείχος της Δύμης προσφέρει την ευκαιρία εξερεύνησης ποικίλων πτυχών ενός αρχαίου οχυρωματικού έργου όπως λειτουργία, υλικά δομής, τεχνικό σχεδιασμό, γνώσεις και δεξιότητες που ενέχει η κατασκευή του, επιτρέποντας τη διατήρηση της γνώσης, τον εμπλουτισμό της και την αξιοποίησή της στο σήμερα και τη διεύρυνση της οπτικής στον ευρωπαϊκό ορίζοντα.

Βασιλική Τσακνάκη
Αρχαιολόγος
Εφορεία Αρχαιοτήτων Αχαΐας


Μουσική
Ευανθία Ρεμπούτσικα
Μουσικός – Συνθέτρια

Ψηφιακή επεξεργασία
Ανδρέας Παναγιωτόπουλος
ΠΕ Πληροφορικής
Εφορεία Αρχαιοτήτων Αχαΐας

Βιβλιογραφία
Β. Τσακνάκη 2023, Το πλίνθινο τείχοςτης Δύμης, Athens University Review of Archaeology (AURA), 6, 241-315.

Κύλιση στην κορυφή